Στό πρῶτο ἥμισυ τοῦ 16ου αἰώνα, τό μοναστήρι τοῦ Μετεώρου ἐπί τῶν ἡμερῶν τοῦ ὀνομαστοῦ ἱερομονάχου Συμεών γνωρίζει τήν μεγαλύτερη ἀκμή καί οἰκοδομική δραστηριότητα, μέ γιγαγντιαῖα ἔργα θαυμαστῆς ἀρχιτεκτονικῆς, γι’ αὐτό καί ὁ Συμεών θεωρεῖται ὁ τρίτος καί μεγαλύτερος κτίτωρ.
Ὁ ἠπειρώτης αὐτός ἡγούμενος ὑπῆρξε μία πολύδραστη μορφή μέ κοινωνική ἐπιφάνεια, πλοῦτο καί μνημειώδη καί καλλοποιό δραστηριότητα, ταυτόχρονα καί μία μορφή ὑψηλοῦ κύρους καί ἐγνωσμένης πνευματικότητας. Ἐπί τῆς ἡγουμενίας του ἐπιτεύχθηκε καί παράλληλα ἄνθηση στήν παιδεία καί τόν ἐμπλουτισμό τῆς μονῆς μέ χειρόγραφους κώδικες καί καλλιτεχνικούς θησαυρούς.
Ἔργο τοῦ Συμεών εἶναι τό περίφημο καθολικό (ὁ κυρίως ναός καί ἡ λιτή) τοῦ Μετεώρου (1545), τοῦ ὁποίου προσετέθη ὡς συνέχεια στόν προϋπάρξαντα μικρό ναό, κτίσμα τῶν ἁγίων Ἀθανασίου καί Ἰωάσαφ.
Καλλιεργημένος στήν ἀρχιτεκτονική καί ἁγιογραφία ἀπό τήν παραμονή του στά ἀρχοντομονάστηρα τῆς Νήσου τῶν Ἰωαννίνων καλεῖ πρός ἱστόρηση τοῦ ναοῦ τόν μεγάλο ἁγιογράφο Τζώρτζη (1552). Τό ἁγιογραφικό πρόγραμμα τοῦ ναοῦ μέ τίς πολυπρόσωπες συνθέσεις ἀποτελεῖ πρότυπο ἱστορήσεως βυζαντινοῦ τύπου ναοῦ. Ἡ ἁγιογράφηση ἔχει προσδώσει μεγάλη ἱεροπρέπεια στόν ναό τῆς Μεταμορφώσεως καί εἶναι ἀπό τά λαμπρότερα μνημεῖα τῆς κρητικῆς τεχνοτροπίας. Μνημειῶδες ἐπίσης ἔργο του εἶναι ἡ μεγαλοπρεπής καί εὐμεγέθης Τράπεζα τῶν πατέρων (1557), ἡ ὁποία καί σήμερα προκαλεῖ θαυμασμό καί ἀρχιτεκτονικό ἐνδιαφέρον.
Τά δύο αὐτά ἔργα ἀπαιτοῦσαν ὑπέρογκες οἰκονομικές δαπάνες, τίς ὁποῖες διέθεσε ἐξ ἰδίων προφανῶς ὁ δραστήριος ἡγούμενος. Γιά τόν λόγο αὐτό κατατάσσεται καί ὁ Συμεών στίς μεγάλες κτιτορικές μορφές τοῦ Μετεώρου.
Στήν περιγραφή τῆς κοιμήσεως τοῦ ὁσίου Θεοφάνους τοῦ Βαρλααμίτου, τῆς γενομένης κατά τήν 17η Μαΐου 1544, παρευρέθη «ὁ ὁσιώτατος καθηγούμενος τῆς σεβασμίας μονῆς τοῦ Μετεώρου σὺν τῇ γερουσίᾳ αὐτοῦ πάσῃ, καὶ μετὰ πάντων τῶν λογάδων τῆς Σκήτεως ἱερομονάχων καὶ μοναχῶν καὶ πνευματικῶν πατέρων καὶ ἀδελφῶν». Ὁ ἀναφερόμενος ὡς καθηγούμενος ταυτίζεται χρονικά μέ τόν τρίτο κτίτορα ὅσιο Συμεών.
Στά 1543/44 συντάσσει τήν διαθήκη του ὁ ὁ ἅγιος Νικάνωρ (1491-†1549), κτίτορας τῆς μονῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Ζάβορδας τοῦ Καλλιστράτου Ὄρους Γρεβενῶν. Στό θέμα ἐκλογῆς τοῦ ἡγουμένου ἔχοντας γνωρίσει προσωπικά τήν ἁγιότηττα τῶν κτιτόρων, τόσο τοῦ ὁσίου Θεοφάνους τῆς μονῆς Βαρλαάμ, ὅσο καί τοῦ ὁσίου Συμεών, ἐντέλλεται μετά τήν κοίμησή του, ἐάν δέν εὑρεθεῖ κατάλληλος γιά ἡγούμενος ἀπό τήν οἰκεία μονή, τότε ἄς ἀναζητήσουν γιά ἡγούμενο πρόσωπο ἄξιο ἀπό τίς ἐν λόγῳ μονές.
Πηγή: Θεοτεκνησ Μοναχησ, Πέτρινο Δάσος, Ἱερά Μοναστήρια, τ. Γ΄, (Ἱερά Μονή Μετεώρου καί Ἱερά μονή Βαρλαάμ). Ὑπό ἔκδοση.
* * *
Ἀπολυτίκιον Ἁγίων Κτιτόρων τοῦ Μετεώρου.
῏Ηχος Γ´. Θείας πίστεως.
[Θεοτέκνης Μοναχῆς Ἁγιοστεφανιτίσσης]
Θεία χάριτι πεπυρσευμένοι, εἰς Μετέωρον ἤρθητε πέτραν, καὶ ναὸν τοῦ Σωτῆρος ἠγείρατε, σὺν Ἰωάσαφ, σεπτὲ Ἀθανάσιε, καὶ Συμεὼν δομητόρων ἡ εὔκλεια. Ὅθεν ἅπαντας τοὺς πίστει Ὑμῖν προστρέχοντας, ἐκσώζοιτε κινδύνων τε καί θλίψεων.