Ιστορικολειτουργική προσέγγιση Β΄ Κυριακής των Νηστειών

 Ιστορικολειτουργική προσέγγιση της Β΄ Κυριακής των Νηστειών

(Διακόνου Αχιλλέα Πολύζου)

 

Η δεύτερη εβδομάδα των νηστειών καταλήγει με την αντίστοιχη Κυριακή. Στην εποχή μας είναι γνωστή ως Κυριακή του Αγίου Γρηγορίου Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, του Παλαμά. Ωστόσο, η εορτή αυτή δεν συνδέεται και με την οσιακή του κοίμηση, αφού αυτή συνέβη την 14η Νοεμβρίου του έτους 1359, και σχετικά σύντομα θεσμοθετήθηκε ως εορτή με συνοδική απόφαση (1368)[1]. Το γεγονός, όμως, ότι υπήρξε και ο Άγιος Γρηγόριος υπέρμαχος της Ορθοδόξου Πίστεως, συνέβαλε ώστε η μνημόνευσή του να συγκαταλεχθεί μαζί με τα ονόματα των υπολοίπων αγωνιστών της προηγούμενης Κυριακής της Ορθοδοξίας[2]. Η δεύτερη αυτή τιμητική εορτή του Αγίου Γρηγορίου εμφανίζεται σχεδόν δύο αιώνες αργότερα ως ορισμένη σε χφ. του 1519.

1.1.        Το παλαιό θέμα της Κυριακής

Θα πρέπει να θεωρηθεί δεδομένο πως και για την συγκεκριμένη Κυριακή της Μ. Τεσσαρακοστής, όπως και για τις υπόλοιπες, υπάρχουν και άλλα θέματα που κατά καιρούς και τόπους εορτάζονταν. Ανάμεσα σε αυτά είναι του Αγίου Πολυκάρπου[3], κατά το Κωνσταντινουπολιτικό Τυπικό, ή η ανάμνηση της παραβολής του Ασώτου Υιού, κατά το Ιεροσολυμιτικό Κανονάριο[4]. Ο G. Bertoniere υπογραμμίζει στην έρευνά του πως η συγκεκριμένη Κυριακή ήταν ελεύθερη ως προς την θεματολογία της - υπάρχουν τουλάχιστον δεκαπέντε Κανόνες διαφορετικού θέματος στους χειρόγραφους Κανόνες- καθώς συγκέντρωνε μετατιθέμενες εορτές, όντας κενή, σε αντίθεση με τις άλλες Κυριακές της Τεσσαρακοστής[5].Ας ξεκινήσουμε, όμως, την μελέτη από όσα προϋπήρχαν της σημερινής εορτής για να υπάρξει ένας συνεχής χρονολογικός ορίζοντας.

Όπως έχει ήδη αναφερθεί σε άλλη στιγμή, κατά το Ιεροσολυμιτικό Κανονάριο, την δεύτερη Κυριακή διαβαζόταν η παραβολή του Ασώτου Υιού (Λκ. 15, 11-32)[6], για να τονισθεί με αυτόν τον τρόπο η βασική διδασκαλία της Εκκλησίας που περιστρέφεται γύρω από την αρετή της μετανοίας. Είναι τόσο σημαντική η απόκτησή της, ώστε ολόκληρη η περίοδος του Τριωδίου μπορούμε να ισχυρισθούμε ότι διαπνέεται από το θέμα αυτό[7]. Επομένως, δεν υπήρχε καταλληλότερη ευαγγελική περικοπή, ώστε να επιτευχθεί ο συγκεκριμένος στόχος. Με την δημιουργία, όμως, όπως έχουμε σημειώσει σε άλλο κεφάλαιο, της προπαρασκευαστικής περιόδου του Τριωδίου, στην Κωνσταντινούπολη η παραβολή του Ασώτου μετατοπίστηκε στην δεύτερη Κυριακή της νέας περιόδου, αφήνοντας ταυτόχρονα χώρο για την ανάπτυξη νέων θεμάτων.

Το αποστολικό ανάγνωσμα της ημέρας στα ιεροσ προερχόταν από την προς Ρωμαίους επιστολή του Αποστόλου Παύλου (Ρωμ. 12, 6-16)[8], στο οποίο γίνεται αναφορά στην αγάπη που πρέπει να διακατέχει τους Χριστιανούς στις μεταξύ τους σχέσεις. Η επιλογή του συγκεκριμένου αποσπάσματος φαίνεται να βρίσκεται σε πλήρη αρμονία με το αντίστοιχο ευαγγελικό. Ο Απ. Παύλος ζητά από τους αποδέκτες της επιστολής «χαίρειν μετὰ χαιρόντων» και να είναι «τῇ φιλαδελφίᾳ εἰς ἀλλήλους φιλόστοργοι, τῇ τιμῇ ἀλλήλους προηγούμενοι», κάτι που ασφαλώς δεν έκανε ο μεγάλος αδελφός της παραβολής του Ασώτου, ο οποίος «εὐφρανθῆναι δὲ καὶ χαρῆναι ἔδει». Όπως υποστηρίζει ο D. Galadza[9], το θέμα που αναπτύσσεται με τα δύο καινοδιαθηκικά αναγνώσματα αποτελεί επανάληψη του θέματος της προηγούμενης Κυριακής του ἀπολωλότος καὶ εὑρεθέντος προβάτου, αφού και ο Άσωτος υιός «ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη»,

Το Τυπικό της Μεγάλης Εκκλησίας που χρονολογείται στον 9ο-10ο αι., φαίνεται να προτάσσει την μνήμη του Αγίου Πολυκάρπου Επισκόπου Σμύρνης[10], ο οποίος εορτάζεται ως και σήμερα στις 23 Φεβρουαρίου εκάστου έτους. Ο G. Bertoniere φαίνεται βέβαιος πως το γεγονός αυτό συνδέεται με το ότι η εορτή συχνά βρισκόταν εντός της περιόδου της νηστείας και ως εκ τούτου, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τον 51ο Κανόνα της εν Λαοδικεία Συνόδου, η μνήμη του μεταφερόταν στην κοντινότερη ή σε κάποια άλλη Κυριακή. Μοιάζει με απόλυτα λογική σκέψη, αφού η μνήμη του Αγίου Πολυκάρπου είναι σε πολύ κοντινή ημερομηνία με την εκάστοτε Β΄ Κυριακή των νηστειών.

Επίσης, μεταξύ των Κανόνων που αναφέρει, όπως γράφτηκε ανωτέρω, ο G. Bertoniere, εμφανίζονται τα θέματα των περικοπών του Ευαγγελίου που σχετίζονται με τις παραβολές του Τελώνου και Φαρισαίου καθώς και του Ασώτου Υιού. Ακόμη, μέσα από το Κοντακάριο αρ. 213 της Πάτμου, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι αρχική θεματολογία της ημέρας πρέπει να ήταν η περίπτωση του Νώε, αλλά αυτή εν τέλει μεταφέρθηκε για την Γ΄ Κυριακή των νηστειών, ώστε να μείνει η Β΄ αποκλειστικά για το θέμα του Ασώτου[11]. Όσον αφορά στο τελευταίο θέμα είναι απολύτως λογικό, σύμφωνα με τα όσα προαναφέρθηκαν.

Η γεωργιανή λειτουργική παράδοση, η οποία μέχρι τον 10ο αι. συνδεόταν άρρηκτα με το τυπικό των Ιεροσολύμων και σταδιακά εξαρτήθηκε από εκείνο της Κωνσταντινούπολης[12], διασώζει εκτενή δέηση, πιστοποιώντας αυτήν την σύνδεση:

 «Ὁ διὰ τῆς προτυπώσεως τοῦ ἀσώτου τὴν τῶν ἁμαρτωλῶν ἀποδοχὴν δεὶξας, δεόμεθά σου Κύριε∙ ἐπάκουσον καὶ ἐλέησον» και
«Ὁ μὴ ἀποστρεφόμενος τοὺς ἁμαρτωλούς, ἀλλ’ ὡς πατὴρ φιλάνθρωπος ἀναμένων αὐτοὺς εἰς μετάνοιαν, δεόμεθά σου, Κύριε∙ ἐπάκουσον καὶ ἐλέησον»[13].

Το θέμα αυτό παρουσιάζεται μέχρι και σήμερα μέσω της υμνογραφίας, διάσπαρτο καθ’ όλη την εβδομάδα μετά την Β΄ Κυριακή, με πρώτο και χαρακτηριστικότερο παράδειγμα να αποτελεί το ιδιόμελο των Αποστίχων του γ΄ κατανυκτικού Εσπερινού[14]:

«Χαλινοὺς ἀποπτύσας τοὺς πατρικούς, ἀστάτῳ φρενί, τοῖς κτηνώδεσι τῆς ἁμαρτίας, λογισμοῖς συνέζησα, ὅλον μου τὸν βίον δαπανήσας ἀσώτως, ὁ τάλας ἐγώ, τροφῆς δὲ λειπόμενος, βεβαιούσης καρδίαν, πρὸς καιρὸν λιπαίνουσαν, ἡδονὴν ἐσιτούμην. Ἀλλὰ Πάτερ ἀγαθέ, μὴ κλείσῃς μοι τὰ φιλάνθρωπα σπλάγχνα, ἀλλ' ἀνοίξας δέξαι με, ὡς τὸν Ἄσωτον Υἱόν, καὶ σῶσόν με».

Στο παραπάνω ιδιόμελο, γραμμένο με περισσή λογοτεχνική επιμέλεια, αυτοπαρουσιάζεται ο Υμνογράφος ως ο Άσωτος και αφηγείται την δεινή θέση στην οποία βρέθηκε. Στην δε κατακλείδα, ως είθισται, απευθύνεται στον Θεό – Πατέρα, από τον Οποίο αποζητά την πατρική φιλανθρωπία και την στοργική αγκαλιά για να λάβει την πολυπόθητη σωτηρία του.

Το ίδιο θέμα παρουσιάζεται με πλούσιο θα λέγαμε τρόπο, σε όλες τις ακολουθίες της τρίτης εβδομάδος των νηστειών. Όπως αναφέραμε προηγουμένως, είναι τόσο σημαντικό το ζήτημα της μετανοίας των πιστών, που δεν θα μπορούσε να εξαντληθεί μόνο στην Κυριακή του Ασώτου, όπως έχει σήμερα διαμορφωθεί. Προφανώς η αξία του θέματος κράτησε στην επιφάνεια και πολύ μεγάλο υμνογραφικό μέρος που το συνόδευε.

Δύο από τα πολλά παραδείγματα αποτελούν τα κάτωθι από τον Κανόνα και τα Απόστιχα του Όρθρου της Δευτέρας της τρίτης Εβδομάδος:

ᾨδὴ α΄, τοῦ Τριῳδίου[15]
Ἦχος πλ. δ΄.
«ᾎσμα ἀναπέμψωμεν».
«Βρῶσιν λελοιπὼς Ἀγγελικήν, παρωμοιώθην κτήνεσιν, ἐν τῷ σιτίζεσθαι τὴν μοχθηρὰν κακίαν, ἀλλ' οὖν ἐπιστρέφοντα, δέξαι με ὥσπερ ἕνα τῶν μισθίων, οὐράνιε Πάτερ».
Εἰς τὰ ἀπόστιχα τῶν Αἴνων[16]. Ἦχος δ΄.
«Τὸν χαλεπὸν τῶν πταισμάτων μου, ῥύπον ἐνδέδυμαι, καὶ τῆς χαρᾶς τοῦ νυμφῶνος ἐκβέβλημαι οἴκτειρόν με τῇ ἀφάτῳ σου εὐσπλαγχνίᾳ, ὡς τὸν Ἄσωτον παῖδα ὁ Θεός, καὶ ἐλέησόν με».

Και στις δύο ανωτέρω περιπτώσεις είναι ξεκάθαρη η αναφορά στο θέμα της παραβολής του Ασώτου Υιού. Στην πρώτη περίπτωση ο Υμνογράφος υπογραμμίζει πως η ασωτία φτάνει τον άνθρωπο στο επίπεδο των ζώων καθώς αντί της αγγελικής τροφής επιλέγει να τρέφεται από την κακία. Μάλιστα, το τροπάριο ολοκληρώνεται με την θερμή παράκληση αποδοχής από τον Πατέρα ὡς ἕνα τῶν μισθίων (Λκ. 15, 17). Στην άλλη περίπτωση, περιγράφεται ο αμαρτωλός άνθρωπος ενδεδυμένος με τον  ῥύπον των πταισμάτων και μετανιωμένος αναζητά το νυφικό ένδυμα της χαράς, το οποίο θα του χαρίσει η φιλευσπλαχνία του Θεού για το άσωτο παιδί του. Πέραν της κοινής αναφοράς στην ευαγγελική περικοπή, αξίζει να παρατηρήσει κανείς τη διάθεση των Υμνογράφων να αφηγούνται και να περιγράφουν την κατάσταση της αμαρτωλότητας και της ασωτίας σε α΄ ρηματικό πρόσωπο. Αυτό μάλλον προκύπτει και από την ανάγκη να βιώσουν ακόμα περισσότερο την συντριβή, την κατάνυξη και την μετάνοια μέσα από την ακολουθία, βάζοντας τον εαυτό τους στη θέση του Ασώτου Υιού.

Επιπλέον, επιστρέφοντας στην πολύπλευρη θεματολογία της ημέρας, άξιο αναφοράς είναι πως στο Δοξαστικό των Αίνων του Όρθρου της Κυριακής δεν γίνεται καμία αναφορά ούτε στον άγιο Γρηγόριο, αλλά ούτε και στο παλαιό θέμα είτε του αγίου Πολυκάρπου είτε του Ασώτου Υιού. Ειδικότερα έχουν γραφεί τα εξής:

Δόξα... Ἰδιόμελον τοῦ Τριῳδίου[17]. Ἦχος πλ. β΄.
«Τοῖς ἐν σκότει ἁμαρτημάτων πορευομένοις φῶς ἀνέτειλας Χριστέ, τῷ καιρῷ τῆς ἐγκρατείας, καὶ τὴν εὔσημον ἡμέραν τοῦ Πάθους σου δεῖξον ἡμῖν, ἵνα βοῶμέν σοι· Ἀνάστα ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς».

Από αυτό συμπεραίνει κανείς πως η ρευστότητα του θέματος είχε ως αντίκτυπο την επιλογή ενός «ουδέτερου» Δοξαστικού, το οποίο έχει ως βασικό θεματικό άξονα την ίδια την νηστεία και την πορεία της, που καταλήγει στην ζωηφόρο Ανάσταση.

Μετά την διαμόρφωση της νέας λειτουργικής πραγματικότητας, με την αποκοπή του αναγνώσματος για τον Άσωτο Υιό, η Β΄ Κυριακή, όπως ήδη σημειώσαμε, παρέμεινε για μεγάλο διάστημα άνευ ιδιαίτερου εορτολογικού περιεχομένου. Αρχικά, να επισημάνουμε ότι μετά τον 9ο–10ο αι. και με το Τυπικό της Μ. Εκκλησίας παγιώθηκε η ανάγνωση της ευαγγελικής περικοπής από το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο σχετικά με την θεραπεία του Παραλυτικού (Μρκ. 2, 1-12).

Η εορτή του Αγίου Πολυκάρπου δεν διατηρείται σε κανένα από τα εξεταζόμενα Τυπικά, χωρίς να αντικαθίσταται μάλιστα από κάποια άλλη. Στο Τυπικό της μονής Ευεργέτιδος[18], προβλέπεται η αναστάσιμη ακολουθία σε συνδυασμό με αυτήν του μηναίου. Ως Δοξαστικό των Αίνων ορίζεται το εωθινό, αφού το ιδιόμελο του Τριωδίου λαμβάνει την θέση του τελευταίου Στιχηρού. Στο Τυπικό της Μεσσήνης[19], που είναι σύγχρονο της Ευεργέτιδος, δεν γίνεται αναφορά στην ακολουθία του μηναίου, αλλά ψάλλονται μόνο τα αναστάσιμα. Στην ακολουθία του Όρθρου ορίζεται και Κανόνας του Τριωδίου, χωρίς να δίνονται περαιτέρω λεπτομέρειες, ενώ το ιδιόμελο των Αίνων, ψάλλεται και ως τελευταίο Στιχηρό αλλά και ως Δοξαστικό.

Σύμφωνα με το Τυπικό της Μ. Εκκλησίας[20]  (και τον σιναϊτικό χφ. κώδικα αρ. 150[21]): «δεῖ εἰδέναι ὅτι ἀπὸ τοῦ εὐαγγελίου τούτου εὐθὺς ἀναγινώσκεται τὸ (προσφωνητικὸν) τῶν κατηχουμένων». Το κείμενο της προσφωνήσεως διασώζεται από το χφ. αρ. 104 Α της Δρέσδης και είναι το εξής[22]:

«Τέκνα μου ἀγαπητὰ κύρια, εἰδότες ὑμῶν τὴν περισσὴν ἐν Χριστῷ πίστιν γνήσιον καὶ ὅσον ἔχετε σέβας περὶ τὸ ἅγιον βάπτισμα, ἀναμιμνῄσκοντες ὑμᾶς καὶ νῦν τῆς συνήθους ἀκολουθίας, παρακαλοῦμεν· Ἅπαντες ὅσοι βούλεσθε τινὰς τῶν προσηκόντων ὑμῖν ἐπὶ τὸ σωτήριον τοῦ Χριστοῦ ἀγαγεῖν βάπτισμα, ἐντεύθεν ἤδη, τούτους ταῖς ἁγιωτάταις ἐκκλησίαις προσαγάγετε, ὥστε φθάσαι προδιδαχθῆναι τοὺς κατηχουμένους τῆς θείας μνήσεως. Τινὲς γὰρ περὶ τὸν ἅγιον προσερχόμενοι, οὐδὲν φθάνουσι τῆς προσαγομένης αὐτοῖς διδασκαλίας μαθεῖν καὶ συμβαίνει τούτοις τῆς μὲν χάριτος ἀξιοῦσθαι μὴ εἰδέναι δὲ παντελῶς τὰ τῆς χάριτος. Ἕκαστος οὖν ὑμῶν τοιοῦτον ἔχων παρ΄ ἑαυτῷ προσαγαγέτω τοῦτον πρὸ τῆς μέσης τῶν νεστειῶν (sic) ἑβδομάδος καὶ αὐτῆς μετὰ γὰρ τὸ ταύτην παραδραμεῖν, οὐκ ἀνεξετάστως οὐδέ, δίχα ἀνάγκης τινὸς κατεπειγούσης τοὺς προσαγομένους ἐν τῇ ἐπιούσῃ ἀναστασίμῳ ἑορτῇ βαπτιστῆναι (sic) καταδεξόμεθα».

Γίνεται φανερή μέσα από το ανωτέρω κείμενο η σημασία που δινόταν μέχρι και τον 10ο αι. στην κατήχηση όσων επρόκειτο να βαπτισθούν, αλλά και ο προβαπτισματικός χαρακτήρας της Μ. Τεσσαρακοστής.

1.2.        Το νέο θέμα της Κυριακής.
Εορτή του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά

Μπροστά στο κενό από εορτολογικής άποψης θέμα που είχε δημιουργηθεί, προέκυψε η καθιέρωση του εορτασμού του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, η οποία ουσιαστικά μεταμόρφωσε την λειτουργική τάξη της ημέρας. Το βάρος της ακολουθίας μετακινήθηκε, ουσιαστικά, στην εξύμνηση του βίου, των κατορθωμάτων και των αγώνων του Αγίου ως ασκητού και ομολογητού.

Όπως σημειώθηκε προηγουμένως, η κοίμηση του Αγίου Γρηγορίου συνέβη κατά την 14η Νοεμβρίου του έτους 1359, σε ημέρα δηλαδή άσχετη με την Τεσσαρακοστή. Η διδασκαλία και η συμβολή του Αγίου Γρηγορίου στην πατερική θεολογία οδήγησαν στην άμεση αναγνώρισή του από τον λαό ως Αγίου. Πολύ νωρίς δημιουργούνται παραστάσεις του σε ιερούς Ναούς, και μάλιστα εντός του ιερού Βήματος (δηλώνοντας την αξία του ως Ιεράρχου), σε διάφορες πόλεις όπου έδρασε ο Άγιος, όπως Θεσσαλονίκη, Καστοριά, Βέροια και φυσικά στο Άγιον Όρος[23]. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί τοιχογραφία του Αγίου στο παρεκκλήσι των Αγίων Αναργύρων της ιεράς μονής Βατοπεδίου του Αγίου Όρους, η οποία χρονολογείται ήδη από το 1365[24]. Όλα τα ανωτέρω αποδεικνύουν την σημαντική θέση που έλαβε στην συνείδηση των πιστών ευθύς αμέσως μετά την κοίμησή του ο Άγιος Γρηγόριος.

Την εισήγηση για την επίσημη αγιοκατάταξη του Αγίου την έκανε ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Κάλλιστος Α΄ (1355-1363), αφού διεξήγαγε έρευνα στην Θεσσαλονίκη περί των μαρτυρουμένων θαυμάτων και έλαβε θετικές απαντήσεις. Αντίστοιχη έρευνα πραγματοποίησε και ο μαθητής και συναγωνιστής του Αγίου Γρηγορίου, ο μετέπειτα Πατριάρχης Φιλόθεος Κόκκινος (1364-1376) σύμφωνα με τα λεγόμενά του: «ἅπερ πληροφορηθῆναι βουλόμενος ἐγώ, οὐχ ὡς ἀμφιβάλλων περὶ τούτων, οἶδα γὰρ τὸν ἐκείνου βίον ἄξιον ὄντα τοιαῦτα ποιεῖν, ἀλλὰ διὰ τοὺς ἀμφιβάλλοντας καὶ τοὺς ἀπιστοῦντας αὐτοῖς, ἐμήνυσα τῷ ἐμῷ ἀδελφῷ τῆς Ἐκκλησίας ἐκείνης, ἵνα ἐξετάσῃ καὶ εὕρῃ τινὰ τῶν θαυμάτων ἐκείνου καὶ γράψῃ μοι ταῦτα» [25].

Μετά την απάντηση που έλαβε ο Άγιος Φιλόθεος από τον Επίσκοπο Θεσσαλονίκης, έγραψε την μνήμη του Αγίου Γρηγορίου στο αγιολόγιο της Εκκλησίας με την συνοδική πράξη του Απριλίου του 1368[26]. Μέσα από τα λόγια του πληροφορούμαστε για τις τιμές που απολάμβανε ήδη ο Άγιος στην Θεσσαλονίκη, όπου εκτός από αγιογραφίες είχε οικοδομηθεί και Ναός, καθώς και στην Καστοριά αλλά και σε διάφορες άλλες πόλεις[27]. Ο Πατριάρχης Φιλόθεος συνέγραψε αμέσως ακολουθία προς τιμήν του Διδασκάλου του, Συναξάρι καθώς και εκτενή βιογραφία[28]. Διαπιστώνουμε εκ των ανωτέρω την μεγάλη απήχηση που είχε ο Άγιος και μάλιστα ελάχιστα έτη μετά την κοίμησή του.

Μέσα από την παραπάνω συνοδική πράξη δεν φαίνεται να γίνεται κάποια αναφορά για καθιέρωση του εορτασμού αυτού κατά την Β΄ Κυριακή των νηστειών[29]. Αυτό μάλλον συμβαίνει μετά το 1519, αφού τότε εμφανίζεται σε χφφ. του Τριωδίου[30]. Κατά την άποψη του Β. Βολουδάκη[31], η εισαγωγή της εορτής στην Τεσσαρακοστή συνέβη μεταξύ των ετών 1445-1545, χωρίς επίσημη απόφαση της Εκκλησίας. Λογική ημέρα καθιερώσεως της μνήμης θα ήταν αυτή της κοίμησής του, η οποία τοποθετείται «μετὰ τὴν τοῦ Χρυσορρήμονος», δηλαδή στις 14 Νοεμβρίου του 1359, όπως ο ίδιος ο Άγιος Γρηγόριος είχε προμηνύσει, αν και υπάρχει και διαφορετική εκδοχή για την ημερομηνία αυτή[32].

Η ημέρα μνήμης του Αγίου κατά την 14η του μηνός Νοεμβρίου συνάντησε την δυσκολία της ύπαρξης της μνήμης του Αγίου Αποστόλου Φιλίππου, η οποία ως αποστολική εορτή λαμβάνει ξεχωριστή τιμή κατά το στουδιτικό Τυπικό, και είναι δύσκολο να εξοβελισθεί ή να υποβαθμισθεί με την εισαγωγή νέας εορτής Αγίου και μάλιστα νεοφανούς[33]. Αποτέλεσμα του γεγονότος αυτού αποτελεί η απώθηση και μετάθεση της εορτής του Αγίου Γρηγορίου κατά την 5η Νοεμβρίου, σύμφωνα με τρία χφφ. Μηναία αγιορειτικών μονών (Ξηροποτάμου και Μ. Λαύρας, τα οποία αποτελούν τα μοναδικά μηναία που αναφέρουν την μνήμη αυτή, εκείνη την περίοδο) του 17ου-18ου αι.. Άλλες πληροφορίες κάνουν λόγο για εορτασμό του Αγίου στην Θεσσαλονίκη την 13η Νοεμβρίου ή σε Κυριακή προ ή μετά την 13η.

Η μνήμη του Αγίου Γρηγορίου στα αγιορειτικά Μηναία και Τυπικά είναι πενιχρή όσον αφορά στον εορτασμό του Νοεμβρίου, ενώ και τα Τυπικά αγνοούν τον εορτασμό κατά την Β΄ Κυριακή των νηστειών μέχρι και τον 18ο  αι. Στα χφφ. Τριώδια, αντίθετα, η ακολουθία απαντάται από τον 15ο  αι. και εξής, αν και πάλι ο αριθμός των Τριωδίων είναι μικρότερος σε σχέση με τα Τριώδια που δεν έχουν εισαγάγει την εορτή.

Η μνήμη του Αγίου φαίνεται να λαμβάνει την θέση της κατά την Μ. Τεσσαρακοστή σε μεγάλο βαθμό από τον 18ο αι. και εφεξής. Τότε παρατηρείται στην αθωνική πολιτεία ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, με πληθώρα αγιογράφησης εικόνων και τοιχογραφιών. Ο καθηγητής Θ. Γιάγκου θεωρεί ότι το γεγονός αυτό ενδεχομένως συνδέεται με την γενική τάση που επικράτησε μετά τον 15ο αι., και οδήγησε την είσοδο εορτασμού ασκητών Αγίων κατά τις Κυριακές της Μ. Τεσσαρακοστής, όπως συνέβη με τον Άγιο Ιωάννη κατά την Δ΄ Κυριακή και την Οσία Μαρία την Ε΄. Εικάζει ο εν λόγω ερευνητής ότι η εορτή του Αγίου Γρηγορίου είναι η πρώτη που εισήχθη στην Κωνσταντινούπολη κατά την περίοδο της Σαρακοστής.

Άλλος σημαντικός λόγος της καθιέρωσης και διάδοσης της εορτής κατά τον 18ο  αι., αποτελεί η εμφάνιση του κινήματος των Κολλυβάδων Πατέρων κατ’ εκείνη την περίοδο με την προβολή του ησυχασμού, άρα και του Αγίου Γρηγορίου. Μετά την εξέχουσα τιμή και προβολή που έλαβε ο Αγιος από τους αντιπροσώπους του Φιλοκαλικού κινήματος, η μνήμη του παγιώνεται κατά την Β΄ Κυριακή των νηστειών, αφού σπάνια παραλείπεται από τα Τριώδια αλλά και τα Τυπικά.

Στο Τυπικό της μονής του Αγίου Σάββα[34] γίνεται αναφορά  στην μνήμη του Αγίου Γρηγορίου κατά την Β΄ Κυριακή της Τεσσαρακοστής, με την εξής διατύπωση: «Ὡς ἐν Τυπικοῖς νεωτέροις εὕρομεν, ψάλλεται ἡ ἀκολουθία τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Γρηγορίου, ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, τοῦ θαυματουργοῦ, τοῦ ἐπονομαζομένου Παλαμᾶ, συντεθεῖσα παρὰ τοῦ παναγιωτάτου πατριάρχου Φιλοθέου». Αντίστοιχη διατύπωση συναντούμε στο Τυπικό του Μεγάλου Μετεώρου[35], όπου σημειώνεται ότι «ψάλλομεν τὴν ἀκολουθίαν τοῦ ἐν Θεσσαλονίκῃ Γρηγορίου τοῦ Θαυματουργοῦ, τοῦ Παλαμᾶ». Οι φράσεις «ψάλλεται ἡ ἀκολουθία» ή «ψάλλομεν τὴν ἀκολουθίαν», σύμφωνα με τον Θ. Γιάγκου[36], αποτελούν τεκμήριο ότι κυριαρχούσε η πεποίθηση περί του ότι η συγκεκριμένη εορτή είναι μετάθεση εκ του Νοεμβρίου.

Η αιτία αυτής της καθιερώσεως του εορτασμού του Αγίου Γρηγορίου μάλλον συνδέεται με την προηγούμενη Α΄ Κυριακή των νηστειών, της Ορθοδοξίας[37]. Εκεί, όπως είδαμε, εορτάστηκε η νίκη της Εκκλησίας κατά των αιρέσεων. Κατά τον ίδιο τρόπο η Εκκλησία την Β΄ Κυριακή εμφανίζει και τιμά μία άλλη νίκη, αυτή την φορά κατά των αιρέσεων του 14ου  αι., με πρωταγωνιστή και υπέρμαχο της ορθόδοξης πίστης και θεολογίας τον Άγιο Γρηγόριο.

Ο Εμμ. Δουνδουλάκης προσθέτει δύο ακόμα εκδοχές για την τοποθέτηση της εορτής του Αγίου Γρηγορίου κατά την Β΄ Κυριακή των νηστειών. Κατά τον εν λόγω καθηγητή, η σύνδεση αυτή ίσως μπορεί να απαντηθεί με την πιθανότητα καθιέρωσης κάποιου εκ των πρώτων Ναών προς τιμήν του Αγίου ή με την ημερομηνία εκδόσεως του Συνοδικού Τόμου, η οποία συνέβη μεταξύ Φεβρουαρίου και 6 Απριλίου 1368, σε ημέρα δηλαδή αρκετά κοντινή με την εκάστοτε Β΄ Κυριακή των νηστειών[38].

Στην σύγχρονη λειτουργική πράξη η Β΄ Κυριακή των νηστειών, μέσα από όλη αυτήν την πορεία που δείξαμε ανωτέρω, έλαβε την μορφή μίας Κυριακής όπου με την αναστάσιμη ακολουθία συνεορτάζεται κάποιος Άγιος. Από την ακολουθία του Τριωδίου παρέμεινε το Δοξαστικό των Αίνων (το οποίο όπως αναφέραμε σε άλλο σημείο δεν παρουσιάζει στοιχεία από το παλαιό θέμα), τα πεντηκοστάρια μετά τον Ν΄ ψαλμό, το ευαγγελικό ανάγνωσμα και φυσικά η τέλεση της θείας Λειτουργίας του Μ. Βασιλείου.

Η ακολουθία του Αγίου Γρηγορίου[39], λόγω του αναστάσιμου χαρακτήρα της Κυριακής, δεν λαμβάνει την έκταση που θα είχε σε μία άλλη ημέρα. Βλέπουμε δηλαδή να έχει Στιχηρά προσόμοια, Δοξαστικά και Απολυτίκιο στον Εσπερινό και αντίστοιχα Κανόνα και Στιχηρά προσόμοια στους Αίνους. Απουσιάζουν επομένως τα αναγνώσματα, η Λιτή και τα Απόστιχα στον Εσπερινό, καθώς και τα Καθίσματα, ο Πολυέλεος, το Ευαγγέλιο και το Δοξαστικό των Αίνων του Όρθρου.

 

[1] Μακαρίου Ἱερομονάχου Σιμωνοπετρίτου, Μυσταγωγία τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, Συμβολὴ στὴν Θεολογία τοῦ Λειτουργικοῦ Χρόνου, Αθήνα 2021, σ. 553

[2] αυτόθι.

[3] Bertoniere Gabriel, The Sundays of Lent in the Triodion: The Sunadays without a Commemoration, [Orientalia Cristiana Analecta, 253], Roma 1997, pp. 43 - 44.

[4] Κεκελίδζε Κ., Ἱεροσολυμιτικὸν Κανονάριον (Τυπικὸν) τοῦ Ζ΄ αἰῶνος, [μτφρ. ἐκ τοῦ ῥωσικοῦ ὑπὸ ἀρχιμ. Καλλίστου Μηλιαρᾶ], Ἀνατύπωσις ἐκ τῆς Νέας Σιών, Ἱεροσόλυμα 1914, σ. 43 ∙ Φουντούλη Ἰωάννου, Λογική Λατρεία, Ἀποστολικὴ Διακονία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 1997, σ. 35.

[5] Bertoniere, ὅ. π., p. 79.

[6] Λκ. 15, 11 - 32. «Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· ῎Ανθρωπός τις εἶχεν δύο υἱούς. Καὶ εἶπεν ὁ νεώτερος αὐτῶν τῷ πατρί, Πάτερ, δός μοι τὸ ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας. [...] εὐφρανθῆναι δὲ καὶ χαρῆναι ἔδει, ὅτι ὁ ἀδελφός σου οὗτος νεκρὸς ἦν καὶ ἔζησεν, καὶ ἀπολωλὼς καὶ εὑρέθη».

[7] Μακαρίου Ἱερομ., ὅ.π., σ. 109.

[8] Κεκελίδζε, ὅ.π., σ. 43.

[9] Galadza Daniel, Liturgy and Byzantinization in Jerusalem, Oxford 2017, p. 314.

[10] Dmitrievski J.A., Opisanie Liturgitjeskish Rucopisej, T. A΄, Kiev 1895p. 118∙ Bertoniere, ὅ.π., pp. 43 - 44.

[11] Bertoniere, The Sundays of Lent, p. 58.

[12] Ἱερὰ Μεγίστη Μονὴ Βατοπαιδίου, Ἐκτενεῖς τῶν Ἑορτῶν, Ἅγιον Ὄρος 2020, σ. 19.

[13] αυτόθι, σσ. 37 -38.

[14] Τριῴδιον Κατανυκτικόν , Ἀποστολικὴ Διακονία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθῆναι 1960, σ. 184.

[15] αυτόθι, σ. 185.

[16] αυτόθι, σ. 186.

[17] αυτόθι, σ. 183.

[18] Dmitrievski, Opisanie Liturgitjeskish Rucopisej, Α΄, ὅ.π., p. 524.

[19] Arranz Miguel, Le Typicon du Monastere du Saint Sauver a Messine, [Orientalia Cristiana Analecta, 185], Roma 1969, p. 217.

[20] Mateos Juan, Le Typikon de la Grande `Eglise, T. Β΄, [Orientalia Christiana Analecta, 186], Roma 1962, p. 30.

[21] Dmitrievski, Opisanie Liturgitjeskish Rucopisej, Α΄, ὅ.π., p. 187.

[22] Акентьев K. K., Типикон Великой Церкви. Cod. Dresde A 104. Реконструкция текста по материалам архива А. А. Дмитриевского, Subsidia Byzantinorossica 5, Ἁγία Πετρούπολη 2008, p. 59. 

[23] Γιάγκου Θεοδώρου, «Μαρτυρίες περὶ τῆς μνήμης τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ στὸ Ἅγιον Ὄρος», Κληρονομία, τεῦχος 28, ΠΙΠΜ, Θεσσαλονίκη 1996, σ. 12.

[24] αυτόθι, σ. 13, σημ. 10.

[25] Συνοδικὸς Τόμος (1368), PG, 151, 711.

[26] Η απόφαση των Πατριαρχών Καλλίστου και Φιλοθέου να προβούν σε συλλογή θαυμάτων του Αγίου Γρηγορίου αλλά και η ανακήρυξη της αγιότητάς του μέσω επίσημης συνοδικής αποφάσεως, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την ως τότε παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Μέχρι τότε, η αναγνώριση ενός Αγίου ήταν άμεση και αυθόρμητη, χωρίς οποιονδήποτε προκαθορισμένο όρο, στηριζόμενη στην συνείδηση του εκκλησιαστικού πληρώματος και στις τιμές που απέδιδε αυτό σε κάποιο πρόσωπο. Βλ. Ὑφαντῆ Παναγιώτου, «Ἡ ἀναγνώριση ἁγίων στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία», Θεολογία - Τριμηνιαία Ἔκδοση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τόμος 88ος, τεῦχος 1ον, Ιανουάριος - Μάρτιος 2017, σ. 72 και Τσέτση Γεωργίου (πρωτοπρ.), Ἡ ἔνταξις τῶν Ἁγίων στὸ ἑορτολόγιο, Κατερίνη 1991.

[27] Συνοδικὸς Τόμος (1368), PG, 151, 712.

[28] Γιάγκου, ὅ.π., σ. 13.

[29] Μακαρίου Ἱερομ., ὅ.π., σ. 553.

[30] Bertoniere, ὅ.π., p. 93.

[31] Μακαρίου Ἱερομ., ὅ.π., σ. 553, σημ. 120.

[32] Γιάγκου, ὅ.π., σ. 14

[33] αυτόθι, σ. 15 κ.ε.

[34] Τυπικὸν τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἀκολουθίας, Ἐπιμέλεια Ἀρχιμ. Νικοδήμου Σκρέττα, Ἁγία Λαύρα τοῦ Ὁσίου Σάββα τοῦ Ἡγιασμένου, Ἱεροσόλυμα 2012, σ. 303.

[35] Ἱερὰ Μονὴ Μεγάλου Μετεώρου, Τυπικὸν – Κῶδιξ 83 (1580), Ἐπιμέλεια ἀνατύπωσης, διόρθωσης χφ. και εἰσαγωγή: Κωνσταντίνος Μ. Βαφειάδης, Ἅγια Μετέωρα 2018,  σ. 400.

[36] Γιάγκου, ὅ.π., σ. 22.

[37] Μακαρίου Ἱερομ., ὅ.π., σ. 556.

[38] Δουνδουλάκη Ἐμμανουήλ, Ἁγιολογικὲς παρατηρήσεις στὰ ἑορτολογικὰ τῶν Κυριακῶν τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, Ἀθήνα 2016, σσ. 46-47.

[39] Η ακολουθία που συνέθεσε ο Άγιος Φιλόθεος ο Κόκκινος δεν συμπεριλήφθηκε ολόκληρη στο βιβλίο του Τριωδίου. Ο Κανόνας του Αγίου Φιλοθέου, εμπνευσμένος από τους Τρεις Ιεράρχες και την σχέση τους με την διδασκαλία του Αγίου Γρηγορίου, αντικαταστάθηκε από την σύνθεση κάποιου Γεωργίου, αγνώστων λοιπών στοιχείων.